Κατά Ιωάννην (ζ΄ 37-52, η΄ 12)
Εκείνος που με ακολουθεί δεν θα περπατήση εις το σκοτάδι αλλά θα έχει το φως της ζωής.
Τω καιρώ εκείνω, εν τη εσχάτη ημέρα τη μεγάλη της εορτής ειστήκει ο Ιησούς και έκραξε λέγων· εάν τις διψά, ερχέσθω προς με και πινέτω. Ο πιστεύων εις εμέ, καθώς είπεν η γραφή, ποταμοί εκ της κοιλίας αυτού ρεύσουσιν ύδατος ζώντος. Τούτο δε είπε περί του Πνεύματος ου έμελλον λαμβάνειν οι πιστεύοντες εις αυτόν· ούπω γαρ ην Πνεύμα Άγιον, ότι Ιησούς ουδέπω εδοξάσθη.
Πολλοί ούν εκ του όχλου ακούσαντες τον λόγον έλεγον· ούτός εστιν αληθώς ο προφήτης· άλλοι έλεγον· ούτός εστιν ο Χριστός· άλλοι έλεγον· μη γαρ εκ της Γαλιλαίας ο Χριστός έρχεται; Ουχί η γραφή είπεν ότι εκ του σπέρματος Δαυίδ και από Βηθλεέμ της κώμης, όπου ην Δαυίδ, ο Χριστός έρχεται; Σχίσμα ούν εν τω όχλω εγένετο δι' αυτόν. Τινές δε ήθελον εξ αυτών πιάσαι αυτόν, αλλ' ουδείς επέβαλεν επ' αυτόν τας χείρας.
Ήλθον ούν οι υπηρέται προς τους αρχιερείς και Φαρισαίους, και είπον αυτοίς εκείνοι· διατί ουκ ηγάγετε αυτόν; Απεκρίθησαν οι υπηρέται· ουδέποτε ούτως ελάλησεν άνθρωπος, ως ούτος ο άνθρωπος. Απεκρίθησαν ούν αυτοίς οι Φαρισαίοι· μη και υμείς πεπλάνησθε; Μη τις εκ των αρχόντων επίστευσεν εις αυτόν η εκ των Φαρισαίων;
Αλλ' ο όχλος ούτος ο μη γινώσκων τον νόμον επικατάρατοί εισι! Λέγει Νικόδημος προς αυτούς, ο ελθών νυκτός προς αυτόν, εις ων εξ αυτών· μη ο νόμος ημών κρίνει τον άνθρωπον, εάν μη ακούση παρ' αυτού πρότερον και γνω τι ποιεί; Απεκρίθησαν και είπον αυτώ· μη και συ εκ της Γαλιλαίας ει; ερεύνησον και ίδε ότι προφήτης εκ της Γαλιλαίας ουκ εγήγερται.
Πάλιν ούν αυτοίς ο Ιησούς ελάλησε λέγων· εγώ ειμι το φως του κόσμου· ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία, αλλ' έξει το φως της ζωής.
Απόδοση στη νεοελληνική:
Τον καιρό εκείνο, την τελευταίαν ημέραν την μεγάλην της εορτής, εστάθηκε ο Ιησούς και εφώναξε δυνατά, «Εάν κανείς διψά, ας έλθη σ’ εμέ και ας πιή. Εκείνος που πιστεύει σ’ εμέ, καθώς είπε η γραφή, «Θα τρέξουν από την κοιλιά του ποταμοί νερού ζωντανού». Αυτό το είπε διά το Πνεύμα, το οποίον θα έπαιρναν εκείνοι που θα επίστευαν σ’ αυτόν· διότι δεν είχε δοθή ακόμη Πνεύμα Άγιον, επειδή ο Ιησούς δεν είχε ακόμη δοξασθή.
Πολλοί από το πλήθος, όταν ακουσαν αυτά, έλεγαν, «Αυτός είναι πραγματικά ο Προφήτης», άλλοι έλεγαν, «Αυτός είναι ο Χριστός», άλλοι έλεγαν, «Μήπως ο Χριστός έρχεται από την Γαλιλαίαν; Δεν είπε η γραφή ότι ο Χριστός έρχεται από το σπέρμα του Δαυίδ και από την κωμόπολιν Βηθλεέμ όπου ήτο ο Δαυίδ;». Έγινε λοιπόν διχασμός γι’ αυτόν μεταξύ του πλήθους. Μερικοί ήθελαν να τον πιάσουν αλλά κανείς δεν έβαλε χέρι επάνω του.
Τότε επέστρεψαν οι υπηρέται προς τους αρχιερείς και τους Φαρισαίους, οι οποίοι τους είπαν, «Γιατί δεν τον εφέρατε;». Απεκρίθησαν οι υπηρέται, «Κανείς άνθρωπος δεν εμίλησε ποτέ όπως μιλεί αυτός ο άνθρωπος». Οι Φαρισαίοι τους απεκρίθησαν, «Μήπως και σείς έχετε πλανηθή; Επίστεψε σ’ αυτόν κανείς από τους άρχοντας η τους Φαρισαίους; Όσο γι’ αυτόν τον όχλον, που δεν ξέρει τον νόμον είναι καταραμένος».
Λέγει εις αυτούς ο Νικόδημος, ο οποίος είχε έλθει εις αυτόν την νύχτα και ο οποίος ήτο ένας από αυτούς, «Καταδικάζει άνθρωπον, ο νόμος μας εάν δεν τον ακούση προηγουμένως και μάθη τι έκανε;». Απεκρίθησαν εις αυτόν, «Μήπως και συ είσαι από την Γαλιλαίαν; Ερεύνησε και θα ιδής, ότι δεν έχει έλθει προφήτης από την Γαλιλαίαν».
Πάλιν ο Ιησούς τους εμίλησε και είπε, «Εγώ είμαι το φως του κόσμου. Εκείνος που με ακολουθεί δεν θα περπατήση εις το σκοτάδι αλλά θα έχη το φως της ζωής».
Πηγή: synodoiporia.gr
Γίνετε μέλη στη σελίδα μας στο Facebook: https://www.facebook.com/perivolipanagias.blogspot.gr
Εκείνος που με ακολουθεί δεν θα περπατήση εις το σκοτάδι αλλά θα έχει το φως της ζωής.
Τω καιρώ εκείνω, εν τη εσχάτη ημέρα τη μεγάλη της εορτής ειστήκει ο Ιησούς και έκραξε λέγων· εάν τις διψά, ερχέσθω προς με και πινέτω. Ο πιστεύων εις εμέ, καθώς είπεν η γραφή, ποταμοί εκ της κοιλίας αυτού ρεύσουσιν ύδατος ζώντος. Τούτο δε είπε περί του Πνεύματος ου έμελλον λαμβάνειν οι πιστεύοντες εις αυτόν· ούπω γαρ ην Πνεύμα Άγιον, ότι Ιησούς ουδέπω εδοξάσθη.
Πολλοί ούν εκ του όχλου ακούσαντες τον λόγον έλεγον· ούτός εστιν αληθώς ο προφήτης· άλλοι έλεγον· ούτός εστιν ο Χριστός· άλλοι έλεγον· μη γαρ εκ της Γαλιλαίας ο Χριστός έρχεται; Ουχί η γραφή είπεν ότι εκ του σπέρματος Δαυίδ και από Βηθλεέμ της κώμης, όπου ην Δαυίδ, ο Χριστός έρχεται; Σχίσμα ούν εν τω όχλω εγένετο δι' αυτόν. Τινές δε ήθελον εξ αυτών πιάσαι αυτόν, αλλ' ουδείς επέβαλεν επ' αυτόν τας χείρας.
Ήλθον ούν οι υπηρέται προς τους αρχιερείς και Φαρισαίους, και είπον αυτοίς εκείνοι· διατί ουκ ηγάγετε αυτόν; Απεκρίθησαν οι υπηρέται· ουδέποτε ούτως ελάλησεν άνθρωπος, ως ούτος ο άνθρωπος. Απεκρίθησαν ούν αυτοίς οι Φαρισαίοι· μη και υμείς πεπλάνησθε; Μη τις εκ των αρχόντων επίστευσεν εις αυτόν η εκ των Φαρισαίων;
Αλλ' ο όχλος ούτος ο μη γινώσκων τον νόμον επικατάρατοί εισι! Λέγει Νικόδημος προς αυτούς, ο ελθών νυκτός προς αυτόν, εις ων εξ αυτών· μη ο νόμος ημών κρίνει τον άνθρωπον, εάν μη ακούση παρ' αυτού πρότερον και γνω τι ποιεί; Απεκρίθησαν και είπον αυτώ· μη και συ εκ της Γαλιλαίας ει; ερεύνησον και ίδε ότι προφήτης εκ της Γαλιλαίας ουκ εγήγερται.
Πάλιν ούν αυτοίς ο Ιησούς ελάλησε λέγων· εγώ ειμι το φως του κόσμου· ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία, αλλ' έξει το φως της ζωής.
Απόδοση στη νεοελληνική:
Τον καιρό εκείνο, την τελευταίαν ημέραν την μεγάλην της εορτής, εστάθηκε ο Ιησούς και εφώναξε δυνατά, «Εάν κανείς διψά, ας έλθη σ’ εμέ και ας πιή. Εκείνος που πιστεύει σ’ εμέ, καθώς είπε η γραφή, «Θα τρέξουν από την κοιλιά του ποταμοί νερού ζωντανού». Αυτό το είπε διά το Πνεύμα, το οποίον θα έπαιρναν εκείνοι που θα επίστευαν σ’ αυτόν· διότι δεν είχε δοθή ακόμη Πνεύμα Άγιον, επειδή ο Ιησούς δεν είχε ακόμη δοξασθή.
Πολλοί από το πλήθος, όταν ακουσαν αυτά, έλεγαν, «Αυτός είναι πραγματικά ο Προφήτης», άλλοι έλεγαν, «Αυτός είναι ο Χριστός», άλλοι έλεγαν, «Μήπως ο Χριστός έρχεται από την Γαλιλαίαν; Δεν είπε η γραφή ότι ο Χριστός έρχεται από το σπέρμα του Δαυίδ και από την κωμόπολιν Βηθλεέμ όπου ήτο ο Δαυίδ;». Έγινε λοιπόν διχασμός γι’ αυτόν μεταξύ του πλήθους. Μερικοί ήθελαν να τον πιάσουν αλλά κανείς δεν έβαλε χέρι επάνω του.
Τότε επέστρεψαν οι υπηρέται προς τους αρχιερείς και τους Φαρισαίους, οι οποίοι τους είπαν, «Γιατί δεν τον εφέρατε;». Απεκρίθησαν οι υπηρέται, «Κανείς άνθρωπος δεν εμίλησε ποτέ όπως μιλεί αυτός ο άνθρωπος». Οι Φαρισαίοι τους απεκρίθησαν, «Μήπως και σείς έχετε πλανηθή; Επίστεψε σ’ αυτόν κανείς από τους άρχοντας η τους Φαρισαίους; Όσο γι’ αυτόν τον όχλον, που δεν ξέρει τον νόμον είναι καταραμένος».
Λέγει εις αυτούς ο Νικόδημος, ο οποίος είχε έλθει εις αυτόν την νύχτα και ο οποίος ήτο ένας από αυτούς, «Καταδικάζει άνθρωπον, ο νόμος μας εάν δεν τον ακούση προηγουμένως και μάθη τι έκανε;». Απεκρίθησαν εις αυτόν, «Μήπως και συ είσαι από την Γαλιλαίαν; Ερεύνησε και θα ιδής, ότι δεν έχει έλθει προφήτης από την Γαλιλαίαν».
Πάλιν ο Ιησούς τους εμίλησε και είπε, «Εγώ είμαι το φως του κόσμου. Εκείνος που με ακολουθεί δεν θα περπατήση εις το σκοτάδι αλλά θα έχη το φως της ζωής».
Πηγή: synodoiporia.gr
Γίνετε μέλη στη σελίδα μας στο Facebook: https://www.facebook.com/perivolipanagias.blogspot.gr