Δευτέρα 19 Μαρτίου 2018

Η μέθοδος της ευχής εις την Υπεραγία Θεοτόκο

Εἰς τήν προηγούμενη σύναξί μας, ἀγαπητοί μου ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, εἴχαμε ἀναφερθῆ εἰς τήν προσευχή γιά τούς κεκοιμημένους ἀδελφούς μας, εἰς τό »Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀνάπαυσον τούς δούλους σου», καί εἴχαμε ἀναφέρει, ὅτι αὐτή ἡ προσευχή ἐνδείκνυται καί ἐπιβάλλεται, μέ τό παραπάνω γιά τούς κεκοιμημένους σέ σχέσι μέ τούς ζῶντας ἀδελφούς μας, ἐφ᾽ ὅσον οἱ κεκοιμημένοι δέν μποροῦν πλέον νά βοηθήσουν τόν ἑαυτό τους.
Διότι ἔχει πλέον λήξει ἡ προθεσμία μετανοίας τους.

Καί ἐδῶ ἁπλῶς νά ξανατονίσωμε εἰς τήν ἀγάπη σας, ὅτι τήν πρώτη μόνο φορά, ὅταν ξεκινᾶμε τήν εὐχή, εἶναι πολύ καλό καί ἐνδείκνυται νά ἀναφέρωμε κάποια ὀνόματα κεκοιμημένων, ὅπως ὀνόματα συγγενικῶν προσώπων, γνωστῶν μας, ἤ προσώπων γιά τά ὁποῖα αἰσθανόμεθα κάποιας πνευματικῆς ἤ ὑλικῆς φύσεως εὐγνωμοσύνη καί τά παρόμοια. Νά ἀναφέρωμε δηλαδή τήν πρώτη μόνο φορά τά ὀνόματα αὐτά καί μετά, ἐν συνεχείᾳ, χωρίς νά κουραζώμεθα, νά ζαλιζώμεθα, καί ἔτσι νά συγχέεται ὁ νοῦς μας ἐπαναλαμβάνοντας συνεχῶς τά ἴδια ὀνόματα, νά λέμε ἁπλᾶ, μόνο, τό »Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου». Ἐκεῖ μέσα, εἰς τό »ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου», εὑρίσκονται ὅλοι οἱ ἀπ᾽ αἰῶνος κεκοιμημένοι ἀδελφοί μας, ἀλλά ἐπί πλέον, κατά ἕναν ἐντελῶς ξεχωριστό, μοναδικό καί ἰδιαίτερο τρόπο, εὑρίσκονται καί τά ὀνόματα πού ἀναφέραμε τήν πρώτη μόνο φορά, εἰς τήν ἀρχή. Καί ἔτσι οἱ πάντες ὠφελοῦνται, καί οἱ σεσωσμένοι καί οἱ κολασμένοι, ἐφ᾽ ὅσον καί στίς δύο καταστάσεις ὑπάρχουν ἄπειρες διαβαθμίσεις.

Εἰς τό Γεροντικό ἀναφέρεται, σχετικά μέ τόν ἀββᾶ Μακάριο, τό ἑξῆς: «Εἶπε ὁ ἀββᾶς Μακάριος: »Περπατῶντας κάποτε εἰς τήν ἔρημο, βρῆκα παραπεταμένο στό ἔδαφος ἕνα κρανίο νεκροῦ. Καί κουνῶντας το μέ τό ραβδί, μοῦ μίλησε τό κρανίο. Καί τοῦ λέγω: «Σύ ποιός εἶσαι;» Τό κρανίο μοῦ ἀποκρίθηκε: «Ἐγώ ἤμουν ἱερεύς τῶν εἰδώλων καί τῶν ἐθνικῶν ὅπου εἶχαν ἀπομείνει σέ αὐτόν τόν τόπο. Καί σύ εἶσαι ὁ Μακάριος, ὅπου ἔχεις τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα σου. Ὅταν ἐσύ σπλαγχνισθῆς ὅσους εἶναι στήν κόλασι, Μακάριε, καί προσευχηθῆς γι᾽ αὐτούς, βρίσκουν κάποια παρηγοριά». Τοῦ λέγω: «Ποιά εἶναι ἡ παρηγοριά; Καί ποιά ἡ Κόλασι;» Μοῦ ἀποκρίνεται τό κρανίο: «Ὅσο ἀπέχει ὁ οὐρανός ἀπό τήν γῆ, τόση εἶναι ἡ φωτιά κάτω ἀπό ἐμᾶς. Στεκόμαστε δέ, ἀπό τά πόδια ἕως τό κεφάλι, μέσα σέ αὐτή τήν φωτιά καί δέν μποροῦμε νά κοιτάξωμε κάποιον πρόσωπο μέ πρόσωπο, ἀλλά ἡ ράχη τοῦ ἑνός εἶναι κολλημένη στήν ράχη τοῦ ἄλλου». Πλήρης δηλαδή ἀκοινωνησία. Καί συνεχίζει τό κρανίο λέγοντας: «Ὅταν λοιπόν προσεύχεσαι, Μακάριε, ἐσύ γιά μᾶς, βλέπει κάπως ὁ ἕνας τό πρόσωπο τοῦ ἄλλου. Αὐτή εἶναι ἡ παρηγοριά». Καί ἔκλαψα τότε καί εἶπα: «Ἀλλοίμονο στή μέρα πού γεννιέται ὁ ἄνθρωπος!» Τοῦ λέγω ἔπειτα τοῦ κρανίου: «Ὑπάρχει ἄλλο χειρότερο βάσανο;» Μοῦ λέγει τό κρανίο: «Μεγαλύτερο βάσανο εἶναι ἀπό κάτω μας». Τοῦ λέγω: «Καί ποιοί εἶναι ἐκεῖ;» Μοῦ ἀποκρίνεται τό κρανίο: «Ἐμεῖς, ἐπειδή δέν γνωρίζαμε τόν Θεό, βρίσκομε κάποιο ἔλεος. Ὅσοι ὅμως τόν γνώρισαν καί τόν ἀρνήθηκαν καί δέν ἔπραξαν τό θέλημά Του, ἀπό κάτω μας εἶναι» – δηλαδή εἶναι πολύ χειρότερα. Πῆρα τότε τό κρανίο καί τό ἔθαψα»». Αὐτά, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, μᾶς διηγήθηκε ὁ ἀββᾶς Μακάριος.

Ὅπως μᾶς ἔλεγε καί ὁ π. Παΐσιος, σχετικά γιά τό θέμα αὐτό, »δέν εἶναι τό ἴδιο πρᾶγμα νά βρίσκεσαι σέ μία σκοτεινή καί ζεστή φυλακή καί νά σκᾶς καί νά μή βλέπης τίποτε, ἀπό τό νά εἶσαι στήν ἴδια φυλακή καί νά ἔχης ἐκεῖ, κάπου-κάπου, τήν δυνατότητα νά πίνης καί κανένα δροσερό ἀναψυκτικό». Καταλαβαίνετε ἀσφαλῶς, τί ἐννοοῦσε ὁ Γέροντας. Πνευματικό ἀναψυκτικό.

Βέβαια, σπανιώτατα ἔχομε καί περιπτώσεις πού βγῆκαν ἄνθρωποι καί ἀπό αὐτήν τήν κόλασι. Ὄχι δηλαδή ἁπλῶς ἐβελτιώθη ἡ θέσις των, εἴτε αὐτοί εὑρίσκοντο εἰς τήν κόλασι, εἴτε αὐτοί εὑρίσκοντο εἰς τόν Παράδεισο, ἀλλά ἔχομε καί περιπτώσεις, πού καί ἀπό αὐτήν ταύτην τήν κόλασι νά ἔχουν μεταφερθῆ οἱ ψυχές των εἰς τόν Παράδεισον. Ὅπως π.χ. ἀναφέρεται εἰς τήν Πατερική Γραμματολογία, ἡ περίπτωσις πού ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Διάλογος, ἕνας μεγάλος Ἅγιος πού ἔζησε εἰς τήν Δύσι, μετά ἀπό ἐντεταμένη καί ἐκτενεστάτη καί διακαῆ προσευχή, ἔβγαλε ἀπό αὐτήν τήν κόλασι τήν ψυχή ἑνός γνωστοῦ ρωμαίου αὐτοκράτορα, ὀνόματι Τραϊανοῦ.

Κλείνοντας, ὅσα εἴχαμε νά ποῦμε γιά τήν προσευχή γιά τούς κεκοιμημένους μέ τήν μέθοδο αὐτή, ἁπλῶς νά ἀναφέρωμε ὅτι πρέπει νά προσευχώμεθα γιά ὅλους ἀνεξαιρέτως τούς ἀπ᾽ αἰῶνος κεκοιμημένους, ἐκτός φυσικά ἀπό τούς ἐπίσημα ἀναγνωρισμένους Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας. Νά τούς βάζωμε ὅλους δηλαδή στό συγχωροχάρτι. Διότι ἀκόμη καί ἐκεῖνοι πού εἶναι πλούσιοι πνευματικά, μέ τίς προσευχές μας γίνονται ἀκόμη πιό πλούσιοι. Ἀκόμη κι ἄν ὑπάρχη ἡ βεβαιότητα, τρόπον τινά, εἰς τήν συνείδησι τῆς Ἐκκλησίας μας γιά κάποιες ψυχές ὅτι ἔχουν μεγάλη παρρησία εἰς τόν Θεό, ὅμως ἀπό τήν στιγμή πού δέν εἶναι ἀναγνωρισμένοι ἐπίσημα ὡς Ἅγιοι, ὀφείλομε ἀδίστακτα νά τούς μνημονεύωμε εἰς τίς Λειτουργίες – αὐτή εἶναι ἡ τάξις τῆς Ἐκκλησίας – καί γενικῶς, νά προσευχώμεθα γιά τίς ψυχές τους.

Διότι, ὅπως ἔλεγε ὁ γνωστός σας π. Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, ἄν σέ ἕναν πολυεκατομμυριοῦχο δώσης μία, δύο, ἑκατό, χίλιες δραχμές ἐπί πλέον, ὄχι μόνο δέν τοῦ κάνεις κακό, ἀλλά τόν κάνεις ἀκόμη πιό πλούσιο. Μέ καταλαβαίνετε… Ἀλλά καί μέ καλή, λευκή, θεάρεστη »πονηρία» νά δοῦμε τό θέμα, ἀπό τήν στιγμή πού αὐτός γιά τόν ὁποῖο προσευχόμεθα ἔχει ὄντως παρρησία στόν Θεό, ἔ, καί αὐτός, μέ τήν σειρά του, θά προσεύχεται ἀκόμη γιά ἕναν λόγο παραπάνω γιά μᾶς, ὁπότε καί ἀπό αὐτήν τήν ἄποψι ἔχομε ἕνα ἐπί πλέον προσωπικό πνευματικό κέρδος.

Ἔτσι λοιπόν, μέ τό »Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου», μποροῦμε νά προσευχώμεθα γιά ὅλες τίς ψυχές τῶν κεκοιμημένων.
Καί στό σημεῖο αὐτό, ἄς περάσωμε καί ἄς ἀναλύσωμε εἰς τήν ἀγάπη σας τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο πρέπει, κατ᾽ ἀναλογίαν καί κατ᾽ ἀντιστοιχίαν, νά προσευχώμεθα μέ τήν ἴδια μέθοδο εἰς τήν Παναγία Μητέρα μας. Γιά τόν Χριστό λέμε »Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», »Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς», »Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου».

Νά δοῦμε τώρα τί μποροῦμε νά ποῦμε, κατ᾽ ἀναλογίαν πάντα, εἰς τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Ἀλλά πρίν μποῦμε σέ αὐτό τό θέμα, ἄς ποῦμε κάποια πράγματα εἰσαγωγικά, πού εἶναι ἀπαραίτητα.

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἄν ὁ Χριστός εἶναι ὡς ἄνθρωπος ὀντολογικός μεσίτης τοῦ ἀνθρωπίνου γένους πρός τήν Ἁγία Τριάδα, ἄν δηλαδή αὐτή αὕτη ἡ Ἐνανθρώπισις, ἀπό μόνη της, εἶναι ἡ αἰτία τῆς εὐνοίας τοῦ Θεοῦ στό ἀνθρώπινο γένος, ἐφ᾽ ὅσον ὁ Χριστός, ὡς ἄνθρωπος εὐηρέστησε σέ τέλειο βαθμό τήν Ἁγία Τριάδα – διότι διά τοῦ Χριστοῦ συμφιλιωθήκαμε ξανά μέ τόν ἅγιο ἔνδοξο Τριαδικό Θεό καί αὐτό ὁλοκληρώθηκε φυσικά στό γεγονός τῆς Ἀναλήψεως, κατά τό ὁποῖο ἀνέβηκε ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπίνη φύσις μας σέ αὐτό τοῦτο τό ὕψος τῆς Ἁγίας Τριάδος. Συνέπεια δέ αὐτῆς τῆς συμφιλιώσεως καί τῆς συνδιαλλαγῆς ἦταν ἡ ἐκ νέου ἀποστολή τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἔ τότε, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος εἶναι ὁ πιό τέλειος ἠθικός μεσίτης στόν Τριαδικό Θρόνο.

Ἡ παρρησία τῆς Παναγίας εἶναι παμμεγίστη. Ἀρκεῖ νά σκεφθοῦμε, ὅτι ὁ Θεός Της, ταυτόχρονα ὡς ἄνθρωπος εἶναι καί θά εἶναι καί υἱός Της. Ἡ Παναγία, ὅπως λέγει ἕνα τροπάριο, εἶναι ἡ »αἰτία τῆς τῶν πάντων θεώσεως». Γι᾽ αὐτό, παράλληλα μέ τίς εὐχές πρός τόν Χριστό μας, κατ᾽ ἀναλογίαν, ἐνδείκνυται καί ἐπιβάλλεται νά λέμε τό »Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον με», γιά τόν ἑαυτό μας, καί τό »Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς», ὅταν προσευχώμεθα γιά ὅλους τούς ζῶντες, ὅπως ἤδη ἔχομε ἐξηγήσει. Τέλος, νά ἀναφέρωμε τό »Ὑπεραγία Θεοτόκε, ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου» γιά τούς ἀπ᾽ αἰῶνος κεκοιμημένους ἀδελφούς μας, μέ τήν ἴδια δηλαδή ἀκριβῶς μέθοδο, εἴτε μέ τό κομβοσχοίνι, εἴτε χωρίς αὐτό, ὅπως ἀναφερθήκαμε πιό ἀναλυτικά γιά τίς ἀντίστοιχες προσευχές εἰς τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό.

Βέβαια, ὅπως εἴπαμε, μόνο ὁ Χριστός εἶναι μεσίτης ὀντολογικός, πού σώζει. Καί, ὅταν λέμε »Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον με, ἤ σῶσον ἡμᾶς, κλπ.», ἔχει τήν ἔννοια τοῦ »πρέσβευε». Ἔχει λοιπόν τήν σημασία τῆς πρεσβείας. Ἁπλῶς, ἐπειδή ἡ πρεσβεία τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου κατέχει ἐντελῶς ξεχωριστή θέσι μέσα εἰς τήν ἁγία μας Ἐκκλησία, σέ σχέσι δηλαδή μέ τούς ὑπολοίπους Ἁγίους, γι᾽ αὐτό τιμητικά, ἀξίως, δικαίως καί πρεπόντως γιά τήν Παναγία Μητέρα μας, ἐνδείκνυται καλύτερα νά λέμε τό »Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς», ἐνῶ γιά ὅλους τούς ὑπολοίπους Ἁγίους νά λέμε » Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ, πρεσβεύσατε ὑπέρ ἡμῶν».

Γιά νά ἐννοήσωμε λίγο ἀπό τό μεγαλεῖο τῆς παρρησίας τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἀρκεῖ νά ἀναφερθοῦμε, περιληπτικά καί χωρίς ἱστορικές λεπτομέρειες, εἰς τήν εἰκόνα τῆς Παραμυθίας, ἡ ὁποία εὑρίσκεται εἰς τήν Ἱερά Μονή Βατοπαιδίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἀπό αὐτήν τήν εἰκόνα, θαυματουργικά ἐμίλησε ἡ Παναγία καί προεμήνυσε στούς τότε ἐκεῖ εὑρισκομένους μοναχούς νά λάβουν κάποια μέτρα ἀσφαλείας, γιατί θά ἐδέχοντο πειρατική ἐπίθεσι. Τότε συνέβη καί, σχεδόν ταυτόχρονα, ὁ εἰκονιζόμενος Χριστός τῆς εἰκόνας, πῆγε αὐτόματα νά κλείση τό στόμα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου λέγοντας: »Μή τούς προστατεύης αὐτούς τούς μοναχούς. Δέν εἶναι ἄξιοι τῆς ἀποστολῆς των». Καί, μέ τήν σειρά της, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἐκράτησε τό χέρι τοῦ Χριστοῦ ἀπό τοῦ νά τῆς κλείση τό στόμα τῆς Παναγίας ὁ Χριστός μας. Καί ἀπό τότε δηλαδή παρέμεινε ἡ εἰκόνα αὐτή ζωγραφισμένη ἔτσι καί ὄχι ὅπως τήν εἶχε φτιάξει ὁ ἁγιογράφος στήν ἀρχή. Ἀπό τότε οἱ πιό πολλές κουρές συνηθίζεται νά γίνωνται μπροστά σέ αὐτήν τήν εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.

Αὐτά γιά τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, ὡς πρός τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο πρέπει νά προσευχώμεθα εἰς Αὐτήν μέ τήν μέθοδο τῆς νοερᾶς προσευχῆς.

Τέλος, ἐκτός ἀπό τήν Παναγία Μητέρα μας, ὅπως ἤδη ἀναφέραμε, εἶναι συμφέρον γιά μᾶς νά προσευχώμεθα, πάντα κατ᾽ ἀναλογίαν, καί εἰς τούς Ἁγίους τῆς κάθε ἡμέρας, λέγοντας τό » Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ, πρεσβεύσατε ὑπέρ ἐμοῦ». Διότι τήν κάθε ἡμέρα δέν ἑορτάζουν μόνον ὁ ἕνας ἤ οἱ δύο Ἅγιοι, πού ἀναγράφονται εἰς τό Ἡμερολόγιο, οὔτε μόνον οἱ ἀκόμη περισσότεροι Ἅγιοι τῶν ὁποίων τά ὀνόματα μνημονεύει ὁ ἀναγνώστης στόν ὄρθρο, στό Συναξάρι τῆς Ἡμέρας, τό πρωΐ. Τήν κάθε ἡμέρα ἑορτάζουν ἀκόμη περισσότεροι Ἅγιοι – ἄγνωστοι σέ μᾶς, πού γιά τόν Θεό ὅμως εἶναι Ἅγιοι -, πού ἐκοιμήθησαν ἐκείνη τήν ἡμέρα. Ἐπίσης ὑπάρχουν καί ἄλλοι τοπικοί Ἅγιοι πού δέν ἀναγράφονται εἰς τά Συναξάρια. Ὑπάρχουν καί ἄλλοι πάρα πολλοί Ἅγιοι, πού ἐμεῖς μέν δέν τούς ξέρομε, ἐκεῖνοι ὅμως ξέρουν ἐμᾶς καί εἶναι πνευματικό συμφέρον νά ἐπικαλούμεθα τήν μεσιτεία τους.

Ὅταν ἤμουν λαϊκός, σέ μία συζήτησι μέ τόν Γέροντα Παΐσιο σχετικά μέ τούς Ἁγίους, τότε πρωτοαισθάνθηκα τήν ἐγγύτητα τῶν Ἁγίων. Αὐτό συνέβη λόγῳ τοῦ περιεχομένου καί τῆς πηγαιότητος τῶν λόγων τοῦ Γέροντα. Τότε, ἐν τῇ ἀφελείᾳ μου, κι ἐγώ, αὐθόρμητα, συμπερασματικά, εἶπα στόν Γέροντα: «Δηλαδή Γέροντα ὅλοι οἱ Ἅγιοι μέ ξέρουν καλά…» Καί ὁ Γέροντας ἀστειευόμενος καί πονῶντας εἶπε: «Ἔ, νά τούς δώσης τηλέφωνο καί διεύθυνσι γιά νά σέ βρίσκουν…!» Ἴσως, μέ αὐτήν τήν ἔκφρασί του ὁ Γέροντας νά ἤθελε νά πῆ, ὅτι οἱ Ἅγιοι μᾶς ξέρουν μέν, ἀλλά καί ἐμεῖς πρέπει νά κάνωμε κάτι γιά νά μποροῦν νά μᾶς βρίσκουν, ἤ μᾶλλον νά μᾶς βοηθοῦν. Δηλαδή νά τούς δίνωμε ἀφορμή γιά νά μᾶς βοηθοῦν, καί οἱ Ἅγιοι πάντα θά μᾶς βοηθοῦν. Νά εἶναι τέτοια δηλαδή ἡ στάσι μας, ἡ ζωή μας, τό φρόνημά μας, ὥστε νά ἐπιτρέπωμε στούς Ἁγίους νά μᾶς βοηθοῦν.

Τό 1979, τό καλοκαίρι, ὁ π. Παΐσιος ἔκανε τήν τελευταία του μετακόμισι. Ἄλλαξε Κελλί δηλαδή τότε καί μετεφέρθη ἀπό τό Κελλί τοῦ Τιμίου Σταυροῦ – πού εὑρίσκεται εἰς τήν Καψάλα – εἰς τό τελευταῖο του Κελλί, εἰς τήν Παναγούδα. Εἰς τό Κελλί τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἔμενε ἐπί ἀρκετά χρόνια, πιό παληά, ἕνας μεγάλος Ρῶσος ἀσκητής ὀνόματι παπα-Τύχων, ὁ ὁποῖος ἔκανε τόν Γέροντα Παΐσιο μεγαλόσχημο.

Ὅταν λοιπόν ἔφυγε ἀπό ἐκεῖ ὁ μακαριστός π. Παΐσιος καί πῆγε εἰς τήν Παναγούδα, τό πρῶτο βράδυ τῆς μετακομίσεώς του, ὅπως εἶναι φυσικό, ἦτο κατάκοπος καί, ἐκτός αὐτοῦ, εἶχε καί ὅλα τά σχετικά βιβλία του στά κουτιά, λόγῳ τῆς μετακομίσεως. Τότε τό πρῶτο βράδυ, ὅταν ἐδιάβαζε ἀπ᾽ ἔξω τό Ἀπόδειπνο, καί ἔφθασε στό σημεῖο πού ἔπρεπε νά ἀναγνώση, ἀπό μέσα φυσικά, τό ἀντίστοιχο κοντάκιο, τοῦ Ἁγίου δηλαδή πού ἑώρταζε ἐκείνη τήν ἡμέρα, γιά πρακτικούς λόγους δέν ἔψαξε νά βρῆ τό Μηναῖο, ἀλλά εἶπε: «Ἅγιε τοῦ Θεοῦ – ὅποιος καί νά εἶσαι – πρέσβευε ὑπέρ ἐμοῦ». Τό εἶπε αὐθόρμητα, ἁπλᾶ, φυσικά, ἀλλά καί μέ πίστι. Καί τότε τοῦ ἐνεφανίσθη ὁ ἑορταζόμενος Ἅγιος τῆς ἡμέρας – ἦτο ἡ 3η Ἰουνίου – καί τοῦ αὐτοσυστήθηκε! Μάλιστα, λόγῳ τῆς κούρασης, ὁ Γέρων Παΐσιος δέν κατάλαβε καλά τό ὄνομά του, ὅταν τοῦ αὐτοσυστήθηκε ὁ Ἅγιος. Καί τότε τόν ἐρώτησε ὁ Γέροντας Παΐσιος, μετά τήν σύστασι πού ἔκανε ἀπό μόνος του ὁ Ἅγιος: «Ποιός εἶσαι; Ὁ ἅγιος Λουκιανός;». «Ὄχι, τοῦ εἶπε ὁ Ἅγιος. Εἶμαι ὁ ἅγιος Λουκιλιανός». Διότι ὑπάρχουν, καί ἅγιος Λουκιανός, καί ἅγιος Λουκιλιανός. Καί, ἀπό τότε ὁ Γέροντας ἔχει βάλει μία χάρτινη ἁπλῆ εἰκονίτσα, τήν εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Λουκιλιανοῦ, ἐκεῖ, εἰς τό ἐκκλησάκι τοῦ κελλιοῦ του εἰς ἀνάμνησιν, μέχρι τῆς σήμερον, ἐκείνης τῆς ἐπισκέψεως τοῦ Ἁγίου.

Καί πάλι μᾶς ἔλεγε κάποια ἄλλη φορά ὁ ἴδιος Γέροντας γιά κάποιον μοναχό, πού πολλές φορές ἔβλεπε τόν κυριώτερο ἑορταζόμενο Ἅγιο τῆς κάθε ἡμέρας.
Αὐτά τά ὀλίγα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, γιά τήν προσευχή εἰς τούς Ἁγίους τῆς κάθε ἡμέρας.

Καί νά προσθέσωμε, ὅτι αὐτή ἡ προσευχή, γίνεται, εἴτε μέ τό κομβοσχοίνι, εἴτε χωρίς αὐτό. Ὅταν εὑρισκώμεθα εἰς τήν ἐκκλησία καί ψάλλωνται κάποια τροπάρια τά ὁποῖα ἀναφέρονται σέ κάποιον Ἅγιο, ἐμεῖς παράλληλα μέ τά τροπάρια αὐτά, μποροῦμε νά λέμε » Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἐμοῦ».

Ἐπί πλέον νά ἀναφέρωμε ἐδῶ ὅτι, ἄν θέλη κάποιος, μπορεῖ νά λέγη, ἐκτός ἀπό τό » Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἐμοῦ», ἀνάλογα μέ τήν περίπτωσι καί τήν περίστασι, ὅπως βγαίνει ἀπό μέσα του, νά λέγη » Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν», ἤ ἀκόμη νά προσεύχεται εἰς τούς Ἁγίους καί γιά τίς ψυχές τῶν κεκοιμημένων.
Τώρα μετά ἀπό αὐτά, ἄς ἀναφέρωμε ὅτι ἡ σωστότερη ἀναλογία χρόνου, πού πρέπει νά διαθέτωμε μέ τό κομβοσχοίνι, γιά ὅλες τίς προσευχές πού προαναφέραμε εἶναι ἡ ἑξῆς. Χωρίς βέβαια νά εἴμαστε ἀπόλυτοι, ἁπλῶς λέμε ἕναν λογισμό μέ βάσι βέβαια ἐκεῖνα πού ἀκούσαμε ἀπό τούς Γεροντάδες μας:

Τρεῖς μονάδες χρόνου εἰς τόν Χριστό, σταυρωτά, καί μία μονάδα χρόνου εἰς τήν Παναγία, σταυρωτά. Ἐπί πλέον, τρεῖς μονάδες χρόνου εἰς τόν Χριστό, εὐχή, ἐλεύθερα, γιά τόν ἑαυτό μας, καί μία μονάδα χρόνου εἰς τήν Παναγία, εὐχή, ἐλεύθερα, ἐννοεῖται πάλι γιά τόν ἑαυτό μας. Ἀκόμη, τρεῖς μονάδες χρόνου εἰς τόν Χριστό μέ τό »Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς», γιά ὅλους τούς ζῶντας, καί μία μονάδα χρόνου εἰς τήν Παναγία, λέγοντας »Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς». Ἐπίσης, τρεῖς μονάδες χρόνου εἰς τόν Χριστό λέγοντας »Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου» καί μία μονάδα χρόνου εἰς τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, λέγοντας »Ὑπεραγία Θεοτόκε, ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου». Καί τέλος, μία μονάδα χρόνου εἰς τούς Ἁγίους τῆς κάθε ἡμέρας.

Τώρα, τόν ὑπόλοιπο χρόνο μποροῦμε καί ἐνδείκνυται νά λέμε κυριώτατα, τό »Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», εἴτε μέ κομβοσχοίνι, εἴτε χωρίς αὐτό, εἴτε παράλληλα μέ ἄλλες ἀσχολίες, ὅπως ἤδη ἔχωμε ἐξηγήσει.

Τώρα, οἱ τρεῖς μονάδες χρόνου μπορεῖ νά εἶναι, εἴτε τριακόσιοι κόμβοι, εἴτε ἑκατό κόμβοι, εἴτε καί ἄλλος ἀριθμός. Ἄν οἱ τρεῖς μονάδες χρόνου εἶναι τριακόσιοι κόμβοι, γιά παράδειγμα, ἔ τότε, ὅπως καταλαβαίνετε, ἡ μία μονάδα χρόνου εἶναι τό ἕν τρίτον, δηλαδή ἑκατό κόμβοι. Ἄν οἱ τρεῖς μονάδες χρόνου εἶναι ἑκατό κόμβοι, τότε ἡ μία μονάδα χρόνου εἶναι περίπου τριάντα τρεῖς κόμβοι. Ὁπότε στήν δεύτερη περίπτωσι βγαίνουν δέκα ἑπτά ἑκατοστάρια – 4Χ4=16, καί 16+1 (εἰς τούς Ἁγίους)=17. Ἐνῶ ἄν εἶναι τριακοσάρια τά κομβοσχοίνια – τά τυπικά εἶναι διάφορα – βγαίνουν δέκα ἑπτά τριακοσάρια. Ὅπως μᾶς ἔλεγε ὁ π. Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης, πού ἦταν ἕνας μεγάλος ἀγωνιστής μοναχός, ἔκανε, μόνο κάθε νύχτα, δέκα ἑπτά τριακοσάρια.

Καί στό σημεῖο αὐτό, ἄς ποῦμε κάποια πράγματα σχετικά καί ὠφέλιμα πού μᾶς εἶπε ὁ ἴδιος. Ἡ ρῆσις του ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς ἰδικῆς του προσωπικῆς κεκτημένης πείρας, διότι ὁ π. Ἐφραίμ ἦτο πρότυπο μαρτυρικῆς καί ἀγωνιστικῆς ὑπακοῆς. Ἔλεγε: »Χωρίς ὑπακοή δέν ἔρχεται ἡ εὐχή τοῦ Ἰησοῦ. Κάνε εὐχή ὅση ὥρα θέλεις. Ἄν δέν ἔχης ὑπακοή, δέν θά καρπίση ἡ καρδιακή εὐχή μέσα σου». »Καί, ἄν περιφέρεσαι – ἔλεγε σέ κάποιους μοναχούς – ἄσκοπα, πέρα-δῶθε, δέν θά μπορῆς νά λές τήν εὐχή ὅπως πρέπει. Θά πιέζεσαι καί δέν θά βγαίνη. Θά ζορίζεσαι πολύ χωρίς τό ἀνάλογο ἀποτέλεσμα. Ἄν εἶσαι »γυρολόγος», ἔτσι τό ἔλεγε, »δέν θά τρέχη» – ἀκοῦστε ἔκφρασι – ἡ εὐχή. Ἐνῶ, ἄν πᾶς κάπου, ὄχι ἀπό μόνος σου, ἀλλά ἀπό ὑπακοή στόν Γέροντά σου, ἐκεῖ πού θά πᾶς, ἔστω κι ἄν ὑπάρχουν κάποιοι κίνδυνοι ἤ κάποια ἐξωτερική φασαρία ἤ πολυκοσμία καί τά παρόμοια, θά δῆς ὅτι ἐπειδή εἶσαι στήν ὑπακοή, καί βέβαια ἐπειδή προσέχεις, ἐννοεῖται ὅσο ἐξαρτᾶται ἀπό ἐσένα, κάποιες φορές ἡ εὐχή θά βγαίνη αὐτόματα ἀπό μέσα σου μέ μεγαλύτερη εὐκολία καί ἄνεσι ἀκόμη καί ἀπό τότε πού ἤσουν στήν ἡσυχία τοῦ κελλιοῦ σου». Φυσικά αὐτό εἶναι μία δωρεά τοῦ Θεοῦ λόγῳ τῆς ὑπακοῆς.

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, εἶναι ὄντως πολύ λεπτή ἡ πνευματική ζωή. Εἶναι ἐπιστήμη ἐπιστημῶν, τέχνη τεχνῶν. Πολλές φορές ἕνας σωστός λογισμός, μία σωστή ἐσωτερική μας τοποθέτησι, γίνεται γενεσιουργός αἰτία νά ἔρχεται ἡ εὐχή στόν ὕπνο, ἤ νά διευκολύνη τήν εὐχή κατά τόν ξύπνιο μας. Ἐνῶ ἀντίθετα ἕνας κακός λογισμός, μία μή σωστή τοποθέτησί μας, ἔστω καί σέ ὕπουλη, σέ λανθάνουσα μορφή, κρυμμένη μέσα μας, γίνεται δυστυχῶς πνευματικός φράχτης, πού ἐλαχιστοποιεῖ τήν παροχή, τήν ρευστότητα, τήν εὐκολία τῆς εὐχῆς. Γίνεται ἀνασταλτικός παράγοντας γιά τήν εὐχή. Γι᾽ αὐτό ἔλεγε καί κάποιος Γέροντας, »ὅσο ἀξίζει μερικές φορές ἕνας σωστός λογισμός, δέν ἀξίζουν ἐπί παραδείγματι χίλιες μετάνοιες».

Ἐπίσης στό σημεῖο αὐτό νά ἀναφέρωμε, ὅτι μποροῦμε ἐάν θέλωμε, καί κατόπιν βέβαια συνεννοήσεως μέ τόν πνευματικό μας, νά κάνωμε κάποιες ἀκολουθίες, ἰδιαίτερα ὅταν δέν ὑπάρχη ἡ δυνατότητα νά πᾶμε στήν ἐκκλησία, ἤ γιά κάποιο λόγο δέν ἔχομε τίς ἀπαραίτητες συνθῆκες ἤ τά σχετικά βιβλία πού ἀπαιτοῦνται κλπ. Μποροῦμε λοιπόν κάποιες ἀκολουθίες νά τίς κάνωμε μέ τό κομβοσχοίνι, εἴτε λέγοντας τήν εὐχή προφορικά, εἴτε νοερά, μέ ἤ χωρίς κομβοσχοίνι ἀνάλογα, εἴτε αὐτή ἡ ἀκολουθία εἶναι Ἑσπερινός, ἤ Ὄρθρος, ἤ Ἀπόδειπνο, ἤ Θεία Μετάληψι, ἤ Παράκλησι στήν Παναγία μας, ἤ ἄλλες ἀκολουθίες.

Βέβαια δέν θά θέλαμε σήμερα νά ἀναφερθοῦμε σέ λεπτομέρειες εἰς τήν ἀγάπη σας, τοὐλάχιστον στήν φάσι αὐτή, ἀλλά σάν πρώτη ἐνημέρωσι ἀναφέρομε, ὅτι τόν χρόνο πού πάνω-κάτω ἀπαιτεῖται γιά κάποια συγκεκριμένη ἀκολουθία πού θέλομε νά κάνωμε μέ τό κομβοσχοίνι, τόν χρόνο λοιπόν αὐτόν τόν χωρίζομε, κατά προσέγγισι βέβαια, σέ εὐχή στόν Χριστό, σέ εὐχή στήν Παναγία καί σέ εὐχή στόν Ἅγιο ἤ στούς Ἁγίους πού ἐκείνη τήν ἡμέρα ἑορτάζουν. Ἐπί παραδείγματι, ἄν ἕνας καθημερινός Ἑσπερινός διαρκῆ περίπου μισή ὥρα, μποροῦμε νά κάνωμε, πάνω-κάτω, εἴκοσι λεπτά εὐχή στόν Χριστό – »Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με» – πέντε λεπτά περίπου στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, λέγοντας »Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον με, ἤ σῶσον ἡμᾶς», καί πέντε λεπτά περίπου στούς Ἁγίους τῆς ἡμέρας πού ἑορτάζουν. Βέβαια, ὅλα αὐτά δέν μπαίνουν σέ καλούπια καί οὐσιαστικά εἶναι θέμα προσωπικό τοῦ καθενός καί θέμα τῆς συνεννοήσεώς του μέ τόν πνευματικό. Τά τυπικά εἶναι πάρα πολλά. Ὅλα εἶναι καλά καί ἅγια, ἀρκεῖ νά γίνωνται μέ σωστή διάθεσι.

Μάλιστα ἐν προκειμένῳ ἔλεγε ὁ π. Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης, ὅτι: »Ὅταν κάνης μόνος σου εὐχή, ὅλο τό κέρδος εἶναι καθαρό, εἶναι δικό σου, νά ποῦμε…». Ἔτσι ὡμιλοῦσε… »Ἐνῶ, ἄν εἶναι πολλοί παρόντες, μία συμβαίνει τό ἕνα, μία τό ἄλλο, καί λίγο-πολύ ἐπέρχεται μία κάποια διάσπασις». Βέβαια ὁ Γέροντας μᾶλλον ὡμιλοῦσε γιά τόν ἑαυτό του. Γιά μᾶς τά πράγματα δέν εἶναι ἀκριβῶς ἔτσι. Σέ μᾶς χρειάζεται καί τό ἕνα καί τό ἄλλο. Δηλαδή χρειάζεται καί ἡ κοινή προσευχή καί ἡ κατά μόνας προσευχή.

Συμπληρωματικά ἄς ἀναφέρωμε στό σημεῖο αὐτό, ὅτι μέ τήν μέθοδο αὐτή τῆς προσευχῆς τοῦ Ἰησοῦ, εἴτε μέ κομβοσχοίνι, εἴτε χωρίς αὐτό, ἐνδείκνυται καί ἐπιβάλλεται νά κάνωμε καί ἄλλου εἴδους προσευχές, εἴτε αὐτές εἶναι ἱκετευτικές, εἴτε εἶναι δοξολογικές, κλπ. Μποροῦμε ἐπί παραδείγματι νά λέμε »Ἁγία Τριάς ὁ Θεός, ἐλέησον καί σῶσον ἡμᾶς». Νά τό λέμε δηλαδή μέ ἤ ἄνευ κομβοσχοινοῦ, ἤ νά προσευχώμεθα στόν ἅγιο φύλακα ἄγγελό μας. Ἤ ἀκόμη καί σέ ὅλους τούς ἀσωμάτους ἁγίους ἀγγέλους, ἰδιαίτερα δέ κάθε Δευτέρα, πού ὡς γνωστόν τιμῶνται ὅλες οἱ οὐράνιες δυνάμεις.

Μποροῦμε ἐπί πλέον νά προσευχώμεθα στόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, πού ἔχει δύναμι ἀκατάλυτη, λέγοντας »Σταυρέ τοῦ Χριστοῦ, σῶσον ἡμᾶς τῇ δυνάμει Σου».

Ἀκόμη, καλό εἶναι νά προσευχώμεθα στούς Ἁγίους Πάντας, λέγοντας » Ἅγιοι Πάντες, πρεσβεύσατε ὑπέρ ἐμοῦ, ἤ πρεσβεύσατε ὑπέρ ἡμῶν», ἀνάλογα μέ τήν περίστασι. Καί βέβαια ἐπιβάλλεται νά προσευχώμεθα καί στόν Ἅγιο τοῦ ὁποίου φέρομε τό ὄνομα. Ἔτσι βλέπομε ὅτι οἱ περιπτώσεις αὐτές, πού μποροῦμε νά κάνωμε πολλές ἄλλες προσευχές μέ το κομβοσχοίνι ἤ χωρίς αὐτό, εἶναι πάρα πολλές.

Πρίν ἀρκετά χρόνια στό Ἅγιον Ὄρος, ὑπῆρχε ἕνας μοναχός πολύ βιαστής, πού ἐνῶ ἔκανε κομβοσχοίνι στήν Λιτή ἑνός μοναστηριοῦ, εἶδε σέ ὅραμα, κατά τήν διάρκεια τῆς εὐχῆς, τόν ἀρχάγγελο Μιχαήλ, ὅπως ἀκριβῶς εἶναι ἁγιογραφημένος στίς εἰκόνες αὐτοῦ τοῦ ἰδίου μοναστηριοῦ. Τόν εἶδε μέ μανδύα πού ἀνοιγόκλεινε. Βέβαια αὐτός ὁ μοναχός τήν στιγμή ἐκείνη, ποῦ νομίζετε ὅτι ἔκανε εὐχή; Ἔκανε εὐχή εἰς τούς Ἁγίους Πάντας. Καί ὅμως τοῦ ἐνεφανίσθη ἐν ὁράματι ὁ ἀρχάγγελος Μιχαήλ. Καί αὐτό μπορεῖ νά γίνη, διότι ὅλος ὁ οὐράνιος κόσμος διέπεται ἀπό τήν κοινή ἐνέργεια τοῦ ἑνὀς καί τοῦ αὐτοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅπως συμβαίνει καί τό ἀντίστροφο. Τό ἕν καί τό αὐτό Ἅγιο Πνεῦμα ἐνεργεῖ ἀναλόγως καί ποικιλοτρόπως, ὅπως Αὐτό κρίνει.

Καί ἐδῶ ἄς ἀναφέρωμε ὅτι ὁ ἴδιος αὐτός μοναχός, ὁ ὁποῖος σημειωτέον ἦτο καί πολύ καλλίφωνος, κάποια φορά ἐνῶ ἔψαλλε, παρασύρθηκε ἀπό τήν γλυκύτητα τῆς μελωδίας του καί ξέφυγε ὁ νοῦς του ἀπό τά νοήματα τῶν τροπαρίων τά ὁποῖα ἔψαλλε. Καί ἐπέτρεψε ὁ Θεός καί ἄνοιξαν τά ἐσωτερικά πνευματικά μάτια τῆς ψυχῆς του καί τί εἶδε, λέτε; Εἶδε τόν διάβολο νά χορεύη κάτω ἀπό τόν πολυέλαιο, νά τόν κοροϊδεύη καί νά σαρκάζη εἰς βάρος του. Τότε ἔπαθε τέτοιο πνευματικό σόκ, πού μετά δυσκολίας μπόρεσε νά τελειώση τό τροπάριο τό ὁποῖο ἔψαλλε. Ἀπό τότε θεωροῦσε τόν ἑαυτό του παίγνιο τῶν δαιμόνων καί μετά, ἄν καί ἦτο ὅπως ἤδη εἴπαμε πάρα πολύ καλλίφωνος, μετά μεγίστης δυσκολίας ἐδέχετο νά ψάλλη.

Τώρα ἐν κατακλεῖδι ἄς ἀναφέρωμε, ὅτι ὅταν εἶναι δυνατόν, εἶναι προτιμητέο νά γίνεται ἀπό τήν πλευρά μας κάποια σχετική προετοιμασία γιά τήν εὐχή. Εἶναι πάρα πολύ καλό, ἄν κάποια στοιχειώδης μελέτη προηγῆται τῆς εὐχῆς, γιατί ἔτσι συγκεντρώνεται καλύτερα ὁ νοῦς μας στήν εὐχή. Ἡ μνήμη τοῦ θανάτου θά μᾶς βοηθήση πάρα πολύ, γιά νά γίνη ἡ προσευχή μας πιό καθαρή, πιό ἀμετεώριστη, χωρίς δηλαδή διασπάσεις καί μετεωρισμούς. Καί γενικῶς, ὅ,τι μᾶς βοηθάει στήν συγκέντρωσι καί στήν καλυτέρα προσωπική μας ἀπόδοσι στό συνεχές ἀγώνισμα τῆς εὐχῆς, εἶναι ὄντως εὐλογημένο. Ἐνῶ ἀντίστροφα, ὅ,τι μᾶς ἀποσπᾶ καί μᾶς ἐμποδίζει, πρέπει εἰ δυνατόν, πάσῃ θυσίᾳ νά τό ἀποβάλλωμε.

Κάποιος μοναχός ἐπί παραδείγματι μέ τό σκουφί του ἐκάλυπτε κάποιες φορές καί τά ἴδια του τά μάτια, ὅταν ἔλεγε τήν εὐχή, γιά νά μή δέχεται ἐξωτερικές παραστάσεις καί περισπᾶται ὁ νοῦς του. Βέβαια, οἱ περιπτώσεις εἶναι ἀμέτρητες, ἀνάλογα μέ τίς συνθῆκες καί τίς προσωπικές ἰδιοσυγκρασίες τοῦ καθενός. Τό ζητούμενο ὅμως εἶναι νά δημιουργοῦμε κατάλληλο κλῖμα γιά τήν προσευχή.

Αὐτά ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, σέ πρώτη βέβαια φάσι, εἴχαμε νά ἀναφέρωμε εἰς τήν ἀγάπη σας περί εὐχῆς. Ἄν χρειασθῆ, θά ἐπανέλθωμε εἰς τό μέλλον.
Νά μή ξεχνοῦμε ὅμως ποτέ, ὅτι ἡ εὐχή δέν μπορεῖ τελικά νά διδαχθῆ. Ὅπως καί ὅλα τά πνευματικά θέματα στό βάθος τους δέν μποροῦν νά διδαχθοῦν. Ὅλα αὐτά μαθαίνονται τελικά ἐκ πείρας.

Ἡ προσευχή ποτέ δέν πάει χαμένη. Ὁ πειρασμός ὅμως γι᾽ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο, θέλει νά βρίσκη τρόπους νά μᾶς ἐμποδίζη ἀπό τήν προσευχή. Πάντα καραδοκεῖ, μέ τήν α´ ἤ β´ μορφή καί προσπαθεῖ νά μᾶς ἀποσπάση τήν προσοχή, ὥστε τελικά νά μή προσευχώμεθα, ἤ νά προσευχώμεθα ὅσο γίνεται λιγώτερο καί ὄχι σωστά. Γιατί ἁπλούστατα μέ τήν προσευχή, ἐκτός τῶν ἄλλων πνευματικῶν ὠφελειῶν πού ἔχομε, φρίσσουν τά δαιμόνια.
Μᾶς ἔλεγε σχετικά ὁ μακαριστός Γέροντας Παΐσιος: »Πολλές φορές ὁ πειρασμός μοῦ στέλνει ἀνθρώπους, ὄχι γιά ὠφέλεια, ἀλλά γιά νά μέ ἀποσπάση ἀπό τήν προσευχή. Ἀλλά καί τό ἀντίθετο συμβαίνει. Καταλαβαίνω πότε τούς ἀνθρώπους πού ἔρχονται ἐδῶ τούς στέλνει ὁ Θεός».

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί εὔχομαι, ὅπως τό μικρό παιδί, τό βρέφος, δέν καταλαβαίνη μέν ἀπό τί ἀποτελεῖται τό γάλα, ὅμως διαισθάνεται ὅτι τρέφεται ἀπό αὐτό, γι᾽ αὐτό καί τό ἀναζητᾶ διακαῶς καί μέ κλάμμα καί τό ρουφᾶ, ἔτσι κι ἐμεῖς, μέ πάντα νηπιακό φρόνημα, νά ρουφοῦμε τίς ἐνέργειες τῆς εὐχῆς μέσα μας. Διότι ἀρκετοί γράφουν βιβλία ὁλόκληρα γιά τήν εὐχή, καί καλά κάνουν ἀπό μία ἄποψι, ἀλλά τό πλέον ζητούμενο γιά ὅλους μας, εἶναι ποιός τελικά γλυκαίνεται καί γεύεται τούς ἀτελείωτους καρπούς τῆς προσευχῆς. Γιά νά γίνη ὅμως αὐτό, ὅπως ἤδη ἔχομε ἀναλύσει, χρειάζεται ἀγῶνας.

Ἀγῶνας λοιπόν. Ἀγωνίζεσθε ἀδελφοί μου, ἀγωνίζεσθε. Γιατί ἐκεῖνο πού ἔχει ἀνάγκη ὁ κόσμος σήμερα εἶναι τελικά ἡ ὕπαρξις ἁγίων ψυχῶν. Καί ὅσο ἀξίζει μία χαριτωμένη καί ἁγιασμένη ψυχή καί ὅσα καταφέρει νά κάνη μία τέτοια ψυχή, δέν μποροῦν, ὅσο καί ἄν θέλουν, ὅσο καί ἄν προσπαθοῦν, ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι νά κάνουν. Διότι δυστυχῶς εἰς τίς ἡμέρες μας – φαίνεται ὅτι εἶναι γενικό τό κακό -, ἐμεῖς οἱ σύγχρονοι Ὀρθόδοξοι κατά κανόνα, ρίχνομε τό βάρος στήν ἐξωτερική ὀργάνωσι τῆς ζωῆς μας, κλπ., καί δέν φροντίζομε ὅσο πρέπει γιά τόν προσωπικό μας ἁγιασμό. Ἐνῶ χρειάζονται καί τά δύο. Καί πρωτίστως, πολύ περισσότερο εἶναι ἀπαραίτητος ὁ προσωπικός μας ἁγιασμός. Ὅλα δέ τά ὑπόλοιπα μέ τά ὁποῖα ἀσχολούμεθα, δέν πρέπει παρά νά συντελοῦν τελικά εἰς τήν δική μας πνευματική πρόοδο.  Ἄν κάναμε ἐσωτερική ἐργασία στόν ἑαυτό μας, τελικά καί τόν ἑαυτό μας θά σώζαμε καί θά βελτιώναμε, καί πολλούς ἄλλους θά παρασύραμε εἰς τήν σωτηρία χωρίς ἰδιαίτερη προσπάθεια. Ἐνῶ, ἐμεῖς συνήθως κάνομε τό ἀντίθετο. Πρίν ἀσχοληθοῦμε μέ τόν ἑαυτό μας, κοιτᾶμε νά σώσωμε τούς ἄλλους, ὁπότε οὔτε ἐμεῖς ὠφελούμεθα, ἀλλά καί οἱ ἄλλοι γιά λόγους προφανεῖς κλωτσᾶνε καί σκανδαλίζονται.
Αὐτά, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, εἶχα νά ἀναφέρω εἰς τήν ἀγάπη σας.

Εὔχομαι λοιπόν, ὅλοι μας νά οἰκειοποιηθοῦμε αὐτήν τήν μέθοδο τῆς προσευχῆς πού ἀνεπτύξαμε, γιατί ὅπως εἴπαμε, εἶναι μέν ἡ πιό ἁπλῆ, ἀλλά ταυτόχρονα εἶναι καί ἡ πιό δραστική μέθοδος προσευχῆς ἐναντίον τῶν τριῶν μεγάλων μας ἐχθρῶν, τοῦ ἑαυτοῦ μας, τοῦ διαβόλου καί τοῦ κόσμου, οὕτως ὥστε νικηταί τῆς πολυποίκιλης ἁμαρτίας νά εἰσέλθωμε Χάριτι Θεοῦ εἰς τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
Ἀμήν. Γένοιτο.

Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος,
Ἡγούμενος Ἱ. Μονῆς Ἁγίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος
(Ἑσπερινή ὁμιλία στόν Ἱ. Ναό Παναγίας Δεσποίνης Λαμίας κατά τό ἔτος 1999)


impantokratoros.gr

Γίνετε μέλη στη σελίδα μας στο Facebook: https://www.facebook.com/perivolipanagias.blogspot.gr