Δ´ Κυριακή από του Πάσχα, Του παραλύτου
Τω καιρώ εκείνω, ανέβη ᾿Ιησούς εις ῾Ιεροσόλυμα. ῎Εστι δε εν τοις ῾Ιεροσολύμοις επί τη προβατική κολυμβήθρα, η επιλεγομένη ῾Εβραιστί Βηθεσδά, πέντε στοάς έχουσα. ᾿Εν ταύταις κατέκειτο πλήθος πολύ των ασθενούντων, τυφλών, χωλών, ξηρών, εκδεχομένων την του ύδατος κίνησιν.
῎Αγγελος γαρ κατά καιρόν κατέβαινεν εν τη κολυμβήθρα, και εταράσσετο το ύδωρ· ο ούν πρώτος εμβάς μετά την ταραχήν του ύδατος υγιής εγίνετο ω δήποτε κατείχετο νοσήματι. ῏Ην δε τις άνθρωπος εκεί τριάκοντα και οκτώ έτη έχων εν τη ασθενεία αυτού. Τούτον ιδών ο ᾿Ιησούς κατακείμενον, και γνούς ότι πολύν ήδη χρόνον έχει, λέγει αυτώ· Θέλεις υγιής γενέσθαι;
᾿Απεκρίθη αυτώ ο ασθενών· Κύριε, άνθρωπον ουκ έχω, ίνα όταν ταραχθή το ύδωρ, βάλη με εις την κολυμβήθραν· εν ω δε έρχομαι εγώ, άλλος προ εμού καταβαίνει. Λέγει αυτώ ο ᾿Ιησούς· ῎Εγειρε, άρον τον κράβαττόν σου και περιπάτει. Και ευθέως εγένετο υγιής ο άνθρωπος, και ήρε τον κράβαττον αυτού και περιεπάτει. ῏Ην δε Σάββατον εν εκείνη τη ημέρα. ῎Ελεγον ούν οι ᾿Ιουδαίοι τω τεθεραπευμένω· Σάββατόν εστιν· ουκ έξεστί σοι άραι τον κράβαττον. ᾿Απεκρίθη αυτοίς·
῾Ο ποιήσας με υγιή, εκείνός μοι είπεν· άρον τον κράβαττόν σου και περιπάτει. ᾿Ηρώτησαν ούν αυτόν· Τις εστιν ο άνθρωπος ο ειπών σοι, άρον τον κράβαττόν σου και περιπάτει; ῾Ο δε ιαθείς ουκ ήδει τις εστιν· ο γαρ ᾿Ιησούς εξένευσεν όχλου όντος εν τω τόπω. Μετά ταύτα ευρίσκει αυτόν ο ᾿Ιησούς εν τω ιερώ και είπεν αυτώ· ῎Ιδε υγιής γέγονας· μηκέτι αμάρτανε, ίνα μη χείρόν σοι τι γένηται. ᾿Απήλθεν ο άνθρωπος και ανήγγειλε τοις ᾿Ιουδαίοις ότι ᾿Ιησούς εστιν ο ποιήσας αυτόν υγιή.
Απόδοση στη νεοελληνική:
Εκείνο τον καιρό, ανέβηκε ο ᾿Ιησούς στα ῾Ιεροσόλυμα. Κοντά στην προβατική πύλη, στα ῾Ιεροσόλυμα, υπάρχει μια δεξαμενή με πέντε στοές, που εβραικά ονομάζεται Βηθεσδά. Σ’ αυτές τις στοές κείτονταν πολλοί άρρωστοι, τυφλοί, κουτσοί, παράλυτοι, που περίμεναν να αναταραχθεί το νερό· γιατί, από καιρό σε καιρό, ένας άγγελος Κυρίου κατέβαινε στη δεξαμενή κι ανατάραζε τα νερά· όποιος, λοιπόν, έμπαινε πρώτος μετά την αναταραχή του νερού, αυτός γινόταν καλά, όποια κι αν ήταν η αρρώστια που τον ταλαιπωρούσε. ᾿Εκεί ήταν κι ένας άνθρωπος, άρρωστος τριάντα οκτώ ολόκληρα χρόνια. ῞Οταν τον είδε ο ᾿Ιησούς κατάκοιτο, τον ρώτησε·
«Θέλεις να γίνεις καλά;» ῎Ηξερε πως ήταν έτσι για πολύν καιρό. «Κύριε», του αποκρίθηκε ο άρρωστος, «δεν έχω κανέναν να με βάλει στη δεξαμενή μόλις αναταραχτούν τα νερά· έτσι, ενώ εγώ προσπαθώ να πλησιάσω μόνος μου, πάντοτε κάποιος άλλος κατεβαίνει στο νερό πριν από μένα». ῾Ο ᾿Ιησούς του λέει· «Σήκω πάνω, πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα». Κι αμέσως ο άνθρωπος έγινε καλά, σήκωσε το κρεβάτι του και περπατούσε. ῾Η μέρα που έγινε αυτό ήταν Σάββατο.
῎Ελεγαν, λοιπόν, οι ᾿Ιουδαίοι άρχοντες στον θεραπευμένο· «Είναι Σάββατο, και δεν επιτρέπεται να σηκώνεις το κρεβάτι σου». Αυτός όμως τους απάντησε· «᾿Εκείνος που μ’ έκανε καλά, εκείνος μου είπε “πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα”». Τον ρώτησαν· «Ποιος είναι ο άνθρωπος που σού είπε “πάρε το και περπάτα;”»
῾Ο θεραπευμένος όμως δεν ήξερε να πεί ποιος ήταν, επειδή ο ᾿Ιησούς είχε φύγει απαρατήρητος εξαιτίας του πλήθους που ήταν μαζεμένο εκεί. ᾿Αργότερα ο ᾿Ιησούς τον βρήκε στον ναό και του είπε· «Βλέπεις, έχεις γίνει καλά· από δω και πέρα μην αμαρτάνεις, για να μην πάθεις τίποτα χειρότερο». ῾Ο άνθρωπος έφυγε αμέσως κι ανάγγειλε στους ᾿Ιουδαίους άρχοντες ότι ο ᾿Ιησούς ήταν αυτός που τον γιάτρεψε.
synodoiporia
Γίνετε μέλη στη σελίδα μας στο Facebook: https://www.facebook.com/perivolipanagias.blogspot.gr
Τω καιρώ εκείνω, ανέβη ᾿Ιησούς εις ῾Ιεροσόλυμα. ῎Εστι δε εν τοις ῾Ιεροσολύμοις επί τη προβατική κολυμβήθρα, η επιλεγομένη ῾Εβραιστί Βηθεσδά, πέντε στοάς έχουσα. ᾿Εν ταύταις κατέκειτο πλήθος πολύ των ασθενούντων, τυφλών, χωλών, ξηρών, εκδεχομένων την του ύδατος κίνησιν.
῎Αγγελος γαρ κατά καιρόν κατέβαινεν εν τη κολυμβήθρα, και εταράσσετο το ύδωρ· ο ούν πρώτος εμβάς μετά την ταραχήν του ύδατος υγιής εγίνετο ω δήποτε κατείχετο νοσήματι. ῏Ην δε τις άνθρωπος εκεί τριάκοντα και οκτώ έτη έχων εν τη ασθενεία αυτού. Τούτον ιδών ο ᾿Ιησούς κατακείμενον, και γνούς ότι πολύν ήδη χρόνον έχει, λέγει αυτώ· Θέλεις υγιής γενέσθαι;
᾿Απεκρίθη αυτώ ο ασθενών· Κύριε, άνθρωπον ουκ έχω, ίνα όταν ταραχθή το ύδωρ, βάλη με εις την κολυμβήθραν· εν ω δε έρχομαι εγώ, άλλος προ εμού καταβαίνει. Λέγει αυτώ ο ᾿Ιησούς· ῎Εγειρε, άρον τον κράβαττόν σου και περιπάτει. Και ευθέως εγένετο υγιής ο άνθρωπος, και ήρε τον κράβαττον αυτού και περιεπάτει. ῏Ην δε Σάββατον εν εκείνη τη ημέρα. ῎Ελεγον ούν οι ᾿Ιουδαίοι τω τεθεραπευμένω· Σάββατόν εστιν· ουκ έξεστί σοι άραι τον κράβαττον. ᾿Απεκρίθη αυτοίς·
῾Ο ποιήσας με υγιή, εκείνός μοι είπεν· άρον τον κράβαττόν σου και περιπάτει. ᾿Ηρώτησαν ούν αυτόν· Τις εστιν ο άνθρωπος ο ειπών σοι, άρον τον κράβαττόν σου και περιπάτει; ῾Ο δε ιαθείς ουκ ήδει τις εστιν· ο γαρ ᾿Ιησούς εξένευσεν όχλου όντος εν τω τόπω. Μετά ταύτα ευρίσκει αυτόν ο ᾿Ιησούς εν τω ιερώ και είπεν αυτώ· ῎Ιδε υγιής γέγονας· μηκέτι αμάρτανε, ίνα μη χείρόν σοι τι γένηται. ᾿Απήλθεν ο άνθρωπος και ανήγγειλε τοις ᾿Ιουδαίοις ότι ᾿Ιησούς εστιν ο ποιήσας αυτόν υγιή.
Απόδοση στη νεοελληνική:
Εκείνο τον καιρό, ανέβηκε ο ᾿Ιησούς στα ῾Ιεροσόλυμα. Κοντά στην προβατική πύλη, στα ῾Ιεροσόλυμα, υπάρχει μια δεξαμενή με πέντε στοές, που εβραικά ονομάζεται Βηθεσδά. Σ’ αυτές τις στοές κείτονταν πολλοί άρρωστοι, τυφλοί, κουτσοί, παράλυτοι, που περίμεναν να αναταραχθεί το νερό· γιατί, από καιρό σε καιρό, ένας άγγελος Κυρίου κατέβαινε στη δεξαμενή κι ανατάραζε τα νερά· όποιος, λοιπόν, έμπαινε πρώτος μετά την αναταραχή του νερού, αυτός γινόταν καλά, όποια κι αν ήταν η αρρώστια που τον ταλαιπωρούσε. ᾿Εκεί ήταν κι ένας άνθρωπος, άρρωστος τριάντα οκτώ ολόκληρα χρόνια. ῞Οταν τον είδε ο ᾿Ιησούς κατάκοιτο, τον ρώτησε·
«Θέλεις να γίνεις καλά;» ῎Ηξερε πως ήταν έτσι για πολύν καιρό. «Κύριε», του αποκρίθηκε ο άρρωστος, «δεν έχω κανέναν να με βάλει στη δεξαμενή μόλις αναταραχτούν τα νερά· έτσι, ενώ εγώ προσπαθώ να πλησιάσω μόνος μου, πάντοτε κάποιος άλλος κατεβαίνει στο νερό πριν από μένα». ῾Ο ᾿Ιησούς του λέει· «Σήκω πάνω, πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα». Κι αμέσως ο άνθρωπος έγινε καλά, σήκωσε το κρεβάτι του και περπατούσε. ῾Η μέρα που έγινε αυτό ήταν Σάββατο.
῎Ελεγαν, λοιπόν, οι ᾿Ιουδαίοι άρχοντες στον θεραπευμένο· «Είναι Σάββατο, και δεν επιτρέπεται να σηκώνεις το κρεβάτι σου». Αυτός όμως τους απάντησε· «᾿Εκείνος που μ’ έκανε καλά, εκείνος μου είπε “πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα”». Τον ρώτησαν· «Ποιος είναι ο άνθρωπος που σού είπε “πάρε το και περπάτα;”»
῾Ο θεραπευμένος όμως δεν ήξερε να πεί ποιος ήταν, επειδή ο ᾿Ιησούς είχε φύγει απαρατήρητος εξαιτίας του πλήθους που ήταν μαζεμένο εκεί. ᾿Αργότερα ο ᾿Ιησούς τον βρήκε στον ναό και του είπε· «Βλέπεις, έχεις γίνει καλά· από δω και πέρα μην αμαρτάνεις, για να μην πάθεις τίποτα χειρότερο». ῾Ο άνθρωπος έφυγε αμέσως κι ανάγγειλε στους ᾿Ιουδαίους άρχοντες ότι ο ᾿Ιησούς ήταν αυτός που τον γιάτρεψε.
synodoiporia
Γίνετε μέλη στη σελίδα μας στο Facebook: https://www.facebook.com/perivolipanagias.blogspot.gr